Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011

Righteous Brothers - Unchained MELODY-2011


Μη σταματήσεις να ελπίζεις και να ονειρεύεσαι για κάτι καλύτερο στη ζωή σου. Να ξέρεις πώς τα όνειρα χάνονται μόνο όταν τα παρατήσεις. Αγάπησε και ζήσε την κάθε στιγμή σαν να είναι τελευταία σου. Αν κάποτε χάσεις κάτι αγαπημένο σου μην λυπηθείς. Μην ξεχνάς ποτέ πως κάπου μακριά ή κοντά υπάρχει για όλα ένα τέλος. Τίποτα όμως δεν χάνεται από τη στιγμή που έχεις ζήσει έστω και για λίγο. Μένει στην καρδιά μας σαν μια γλυκιά ανάμνηση και οι αναμνήσεις είναι που δίνουν αξία στη ζωή
Είσαι του ανέμου τραγούδι, της σιωπής ο ήχος, της σκιάς το φώς. Είσαι της ψυχής λουλούδι, της καρδιάς ο χτύπος, της ζωής σκοπός. Είσαι τ'ουρανού τ'αστέρι το πιό φωτεινό το πιό μακρινό. Είσαι της νύχτας το όνειρο το μαγικό το γλυκό. Είσαι της ευτυχίας το χαμόγελο, της αγάπης το άγγιγμα, της ζωής το αίνιγμα. Είσαι του ήλιου η ζεστασιά σε κορμί ψυχρό, σε φιλί παγερό. Είσαι εσύ που τόσο πολύ αγαπώ

ΠΟΣΟ ΩΡΑΙΑ ΜΑΤΙΑ ΕΧΕΙΣ!!!!!!!!!!

Με κοιτάς χαμογελάς έχεις κάτι φωτεινό Μου μιλάς κι έτσι με πας ταξίδια με το νου σε κοιτώ κι είμαι αλλού Πόσο ωραία μάτια έχεις πόσο ωραία με κοιτάς πόσο μου αρέσει να μιλάς Πόσο ωραία χείλη έχεις πόσο ωραία μυρωδιά φίλα με για όλη τη βραδιά Σε κοιτώ χαμογελώ έχω κάτι να σου πω Σου μιλώ μ΄ακουμπάς πες μου πόσο μ΄αγαπάς 
Είναι τόσο απλό,είναι απλά δυο λέξεις είναι κάτι που θέλω να σου πω,μα δεν ξέρω αν θ' αντέξεις.Ούτε ένα βιβλίο σκέψεων δεν ξέρω αν θα φθάσε ιγια να εκφράσει τόσα πολλά όσο αυτή η φράση.Είναι απλό, τόσο απλό μα τόσα αισθήματα από πίσω τίποτε άλλο δεν μπορώ να σκεφτώ,για να μπορέσω να σε πείσω.Ότι αυτά που αισθάνομαι μου έχουν γεμίσει την καρδιά.Ότι μαζί σου χάνομαι σε κάθε σου ματιά.Μα τώρα έφτασε η στιγμή,η στιγμή για να στο πω.Καρδούλα μου, αστέρι μου, φατσούλα Σ ' ΑΓΑΠΩ
Τι είναι αγάπη; Ν. Καζαντζάκης

Τι είναι αγάπη;
Δεν είναι συμπόνοια μήτε καλοσύνη.
Στη συμπόνοια είναι…
δύο, αυτός που πονά κι αυτός που συμπονάει.
Στην καλοσύνη είναι δύο, αυτός που δίνει κι αυτός που δέχεται.
Μα στην αγάπη είναι ΕΝΑ.
Σμίγουν οι δύο και γίνονται ΕΝΑ.
Δεν ξεχωρίζουν.
Το εγώ και εσύ αφανίζονται.
Αγαπώ θα πει ΧΑΝΟΜΑΙ.
Ένας άντρας, το άλογο και ο σκύλος του περπατούσαν σε έναν δάσος. Καθώς περνούσαν κάτω από ένα τεράστιο δέντρο έπεσε ένας κεραυνός και τους έκανε και τους τρεις στάχτη. Όμως ο άντρας δεν κατάλαβε ότι είχε εγκαταλείψει αυτόν τον κόσμο, και συνέχισε την πορεία του με τα δυο του ζώα (κάποιες φορές περνάει κάποιος χρόνος μέχρι να συνειδητοποιήσουν οι νεκροί την καινούρια τους κατάσταση ...

Ο δρόμος ήταν πολύ μακρύς και ανέβαιναν σε ένα λόφο. Ο ήλιος ήταν πολύ δυνατός κι αυτοί ίδρωναν και διψούσαν. Σε μια στροφή του δρόμου είδαν μία πανέμορφη μαρμάρινη πύλη που οδηγούσε σε μια πλατεία στρωμένη με πλάκες από χρυσάφι.

Ο διαβάτης μας κατευθύνθηκε προς τον άνθρωπο που φύλαγε την είσοδο και είχε μαζί του τον εξής διάλογο:
- Καλημέρα.
- Καλημέρα, απάντησε ο φύλακας
- Πώς λέγεται αυτό το τόσο όμορφο μέρος;
- Αυτός είναι ο ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ.
- Τι καλά που φτάσαμε στον Παράδεισο, γιατί διψάμε!
- Μπορείτε Κύριε να μπείτε και να πιείτε όσο νερό θέλετε, και ο φύλακας του έδειξε την πηγή.
- Και το άλογο και ο σκύλος μου διψούν επίσης ...
- Λυπάμαι πολύ, είπε ο φύλακας, αλλά εδώ απαγορεύεται η είσοδος στα ζώα.

Ο άντρας αρνήθηκε με μεγάλη δυσκολία, μιας και διψούσε πολύ, αλλά δεν ήθελε να πιει μόνο αυτός. Ευχαρίστησε τον φύλακα και συνέχισε την πορεία του. Αφού περπάτησαν για αρκετή ώρα στην ανηφοριά, εξαντλημένοι πλέον και οι τρεις, έφτασαν σε ένα άλλο μέρος, η είσοδος του οποίου ξεχώριζε από μια παλιά πόρτα που οδηγούσε σε έναν χωματόδρομο περικυκλωμένο από δέντρα...

Στη σκιά ενός δέντρου καθόταν ένας άντρας, και είχε το κεφάλι του σκεπασμένο με ένα καπέλο. Μάλλον κοιμόταν.
- Καλημέρα, είπε ο διαβάτης.
Ο άντρας έγνεψε σε απάντηση με το κεφάλι του.
- Διψάμε πολύ, το άλογό μου, ο σκύλος μου κι εγώ.
- Υπάρχει μια πηγή ανάμεσα σε εκείνα τα βράχια, είπε ο άντρας, δείχνοντας το μέρος. Μπορείτε να πιείτε όσο νερό θέλετε.

Ο άνθρωπος, το άλογο και ο σκύλος πήγαν στην πηγή και κατεύνασαν τη δίψα τους. Ο διαβάτης γύρισε πίσω να ευχαριστήσει τον άντρα.
- Μπορείτε να ξανάρθετε όποτε θέλετε, του απάντησε εκείνος.
- Επί τη ευκαιρία, πώς ονομάζεται αυτό το μέρος; ρώτησε ο άντρας.
- ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ.
- Ο Παράδεισος; Μα, ο φύλακας της μαρμάρινης εισόδου μου είπε ότι εκείνο ήταν ο Παράδεισος!
- Εκείνο δεν ήταν ο Παράδεισος. Ήταν η Κόλαση, απάντησε ο φύλακας.

Ο διαβάτης έμεινε σαστισμένος.
- Θα έπρεπε να τους απαγορεύσετε να χρησιμοποιούν το όνομά σας! Αυτή η λάθος πληροφορία μπορεί να προκαλέσει μεγάλο μπέρδεμα, είπε ο διαβάτης.
- Σε καμία περίπτωση! αντέτεινε ο άντρας. Στην πραγματικότητα, μας κάνουν μεγάλη χάρη, διότι εκεί παραμένουν όλοι όσοι είναι ικανοί να εγκαταλείψουν τους καλύτερούς τους φίλους ...!
Όταν ο Θεός έφτιαξε τη γυναίκα εργαζόταν μέχρι αργά την 6η ημέρα.

Ένας άγγελος πλησίασε και είπε: “Γιατί σπαταλάς τόσο πολύ χρόνο γι’ αυτή ;”

Και ο Κύριος απάντησε: “Ξέρεις πόσες προδιαγραφές πρέπει να πληροί για να την τελειοποιήσω ;"
“Πρέπει να μπορεί να πλυθεί, αλλά να μην είναι πλαστική, να παίζει περισσότερους από 200 ρόλους, και να μπορεί να φτιάξει όλων των ειδών τα φαγητά, θα πρέπει να μπορεί να αγκαλιάζει πολλά παιδιά ταυτόχρονα, να δίνει μια αγκαλιά που θα θεραπεύει οτιδήποτε, από ένα πληγωμένο γόνατο μέχρι μια πληγωμένη καρδιά και να τα κάνει όλα αυτά μόνο με δυο χέρια”.

Ο άγγελος εντυπωσιάστηκε.

“Μόνο δυο χέρια....αδύνατον!“

Και είναι το βασικό μοντέλο ;

Πολλή δουλειά για μια μέρα....περίμενε μέχρι αύριο και την ολοκληρώνεις“.

“Όχι”, είπε ο Κύριος. “Είμαι τόσο κοντά στην ολοκλήρωση αυτής της δημιουργίας, που θα είναι η αγαπημένη της καρδιάς μου”.

“Θεραπεύεται μόνη της όταν αρρωσταίνει και δουλεύει 18 ώρες την ημέρα”.

Ο άγγελος πλησίασε και άγγιξε την γυναίκα.

“Μα την έφτιαξες τόσο μαλακή, Κύριε.”

.

“Είναι μαλακή", είπε ο Κύριος, “Αλλά την έφτιαξα και δυνατή, επίσης. Δεν διανοείσαι τι μπορεί να αντέξει και αντεπεξέλθει”.

“Μπορεί να σκεφτεί;" ρώτησε ο άγγελος.

Ο Κύριος απάντησε:
“Όχι μόνο να σκεφτεί, αλλά να αιτιολογήσει και να διαπραγματευθεί."

Ο άγγελος άγγιξε της Γυναίκας το μάγουλο....
“Κύριε, φαίνεται πως η δημιουργία σου στάζει! Της έχεις βάλει πολλά βάρη.”

“Δεν στάζει....είναι δάκρυ” ο Κύριος διόρθωσε τον άγγελο.

“Τι εξυπηρετεί ;" ρώτησε ο άγγελος.

Και είπε ο Κύριος:
“Τα δάκρυα είναι ο τρόπος να εκφράσει τη λύπη της, τις αμφιβολίες της, την αγάπη της, τη μοναξιά της, τον πόνο και την υπερηφάνειά της.”

Αυτό έκανε μεγάλη εντύπωση στον άγγελο; “Κύριε, είσαι ιδιοφυία.
Σκέφτηκες τα πάντα. Η Γυναίκα είναι πραγματικά υπέροχη!"
Στη σκέψη τρέμει η καληνύχτα..
Στη καρδιά φτερουγάει το φιλί..
Στο σώμα διψάει το χάδι..
Σε κοιτώ που κοιμάσαι..
Σε αγαπώ και σου δίνω το φιλί του ύπνου..
Σε λατρεύω και ακουμπώ απαλά το σώμα σου μην ξυπνήσεις..
Σε κοιτώ που ανασαίνεις απαλά και γίνομαι Εσύ..
Mιά φορά κι ένα καιρό, υπήρχε ένα νησί στο οποίο ζούσαν η Ευτυχία, η Λύπη, η Γνώση, ο Πλούτος, η Αλαζονεία, η Αγάπη… Μια μέρα έμαθαν ότι το νησί τους θα βούλιαζε και έτσι όλοι επισκεύασαν τις βάρκες τους και άρχισαν να φεύγουν. Η Αγάπη ήταν η μόνη που έμεινε πίσω. Ήθελε να αντέξει μέχρι την τελευταία στιγμή. Όταν το νησί άρχισε να βυθ...ίζεται, η Αγάπη αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια. Βλέπει τον Πλούτο που περνούσε με μια λαμπρή θαλαμηγό. Η Αγάπη τον ρωτάει : «Πλούτε μπορείς να με πάρεις μαζί σου;» «Όχι, δεν μπορώ» απάντησε ο πλούτος. «Έχω ασήμι και χρυσάφι στο σκάφος μου και δεν υπάρχει χώρος για σένα». Η Αγάπη τότε αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια από την Αλαζονεία που επίσης περνούσε από μπροστά της σε ένα πανέμορφο σκάφος. «Σε παρακαλώ βοήθησέ με» είπε η Αγάπη. «Δεν μπορώ να σε βοηθήσω Αγάπη. Είσαι μούσκεμα και θα μου χαλάσεις το όμορφο σκάφος μου» της απάντησε η Αλαζονεία. Η Λύπη ήταν πιο πέρα και έτσι η Αγάπη αποφάσισε να ζητήσει από αυτήν βοήθεια. «Λύπη άφησέ με να έρθω μαζί σου» «Ω Αγάπη, είμαι τόσο λυπημένη που θέλω να μείνω μόνη μου» είπε η Λύπη. Η Ευτυχία πέρασε μπροστά από την Αγάπη αλλά και αυτή δεν της έδωσε σημασία. Ήταν τόσο ευτυχισμένη, που ούτε καν άκουσε την Αγάπη να ζητά βοήθεια. Ξαφνικά ακούστηκε μια φωνή. «Αγάπη, έλα προς εδώ. Θα σε πάρω εγώ μαζί μου». Ήταν ένας πολύ ηλικιωμένος κύριος που η Αγάπη δεν γνώριζε, αλλά ήταν γεμάτη από τέτοια ευγνωμοσύνη, που ξέχασε να ρωτήσει το όνομά του. Όταν έφτασαν
στην στεριά ο κύριος έφυγε και πήγε στο δρόμο του. Η Αγάπη γνωρίζοντας πόσα χρωστούσε στον κύριο που τη βοήθησε, ρώτησε τη Γνώση: «Γνώση, ποιός με βοήθησε;» «Ο Χρόνος» της απάντησε η Γνώση. «Ο Χρόνος;» ρώτησε η Αγάπη. «Γιατί με βοήθησε ο Χρόνος;» Τότε η Γνώση χαμογέλασε και με βαθιά σοφία της είπε: «Μόνο ο Χρόνος μπορεί να καταλάβει πόσο μεγάλη σημασία έχει η Αγάπη»...